Αφορμή για την σύνταξη του παρόντος υπομνήματος είναι οι αναφορές που φτάνουν στην Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΝΕ) από τα μέλη της και σχετίζονται με την απόρριψη αιτήσεων απόσπασης δόκιμων υπαλλήλων με σκοπό την συνυπηρέτηση με ένστολο σύζυγο, κατ’εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του Νόμου 2946/2001 (ΦΕΚ Α ́ 224/2001).
Ο λόγος της απόρριψης των ως άνω αιτήσεων βασίζεται πρωτίστως στο περιεχόμενο της υπ’αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ.41/286/8804/14-04-2009 εγκυκλίου του Υπουργείου Εσωτερικών, όπου υποστηρίζεται ότι όλες οι ειδικέςδιατάξεις, που προβλέπουν την κατ’εξαίρεση απόσπαση υπαλλήλων, αναφέρονται αποκλειστικά και μόνον στο χρονικό διάστημα της απόσπασης ή την διαδικασία, ενώ σε καμία περίπτωση η κατ’εξαίρεση απόσπαση δεν αφορά το διάστημα της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας.
Η ΕΝΕ εκφράζει δια του παρόντος την αντίθεσή της με το περιεχόμενο της ανωτέρω εγκυκλίου και τα ερμηνευτικά συμπεράσματά της για τους κάτωθι λόγους:
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του Νόμου 2946/2001, «τακτικοί υπάλληλοι και υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου δημοσίων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, που κατέχουν οργανικές θέσεις και είναι σύζυγοι στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων, ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, επιτρέπεται να αποσπώνται, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, σε υπηρεσίες του στενού δημόσιου τομέα κατά προτεραιότητα και σε περίπτωση έλλειψης υπηρεσιακών αναγκών σε υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στην περιοχή που υπηρετεί ο (η) σύζυγός τους. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, που εκδίδεται κατόπιν σχετικής αίτησης του υπαλλήλου και σύμφωνης γνώμης του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου. Αρνητική γνωμοδότηση δικαιολογείται μόνο για σοβαρό υπηρεσιακό λόγο, που διαπιστώνεται και αιτιολογείται επαρκώς από το υπηρεσιακό συμβούλιο».
Εν προκειμένω και χάριν της ορθής ερμηνείας και εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης, πρέπει να δοθεί έμφαση στην χαρακτηριστική διατύπωσή της, που κάνει λόγο περί διενέργειας απόσπασης κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων. Η ως άνω ειδική ρύθμιση καθιερώνει ανεπιφύλακτα και με τρόπο σαφή και ρητό μια εξαίρεση από τους γενικούς κανόνες, που τίθενται δια του άρθρου 68 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και αυτός της παραγράφου 9, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται η απόσπαση υπαλλήλου πριν παρέλθει διετία από τον διορισμό του.
Επισημαίνεται, ότι η επίμαχη διάταξη του άρθρου 21 του Νόμου 2946/2001, ως ειδική, υπερισχύει των γενικών διατάξεων του άρθρου 68 του Δημοσιοϋπαληλλκιού Κώδικ.αΗ υπέρτερη, δε, ισχύς της, λγόωτης ειδικότητάς της και του ειδικού σκοπού που εξυπηρετεί, προκύπτει από τους πάγιους κανόνες ιεράρχησης της τυπικής ισχύος των νομοθετικών διατάξεων, που ορίζουν ότι οι ειδικές διατάξεις υπερισχύουν τυχόν αντίθετων γενικών διατάξεων.
Στο ανωτέρω συμπέρασμα καταλήγουμε τόσο από την γραμματική ερμηνεία της επίμαχης διάταξης, όσο και από την τελολογική ερμηνεία της, ήτοι την αναζήτηση του σκοπού εις τον οποίο απέβλεψε ο νομοθέτης θεσπίζοντάς την. Είναι προφανές, ότι ο νομοθέτης αποσκοπεί στο πραγματικό γεγονός της συνυπηρέτησης ενός ή μιας υπαλλήλου με τον ή την σύζυγο στρατιωτικό και εν γένει ένστολο, που μετατίθεται συχνά, με στόχο την προάσπιση του θεσμού της οικογένειας και του γάμου, ήτοι δύο αγαθών που τελούν υπό την προστασία ακόμη και του κειμένου του Συντάγματος και δη των διατάξεων του άρθρου 21§1 αυτού.
Ενόψει των ανωτέρω, προκειμένου να τύχει ορθής εφαρμογής η ανωτέρω επίμαχη διάταξη, θα πρέπει να επιτρέπεται η απόσπαση ακόμη και δόκιμων υπαλλήλων, αφού ο πρόδηλος σκοπός του νομοθέτη είναι η διευκόλυνση ενός υπαλλήλου για άμεση συνυπηρέτηση και όχι η αναμονή αυτού επί δύο έτη, μέχρι να παρέλθει η δοκιμαστική περίοδος.
Με άλλα λόγια θα πρέπει εν προκειμένω να γίνει δεκτό, ότι τα συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του γάμου και της οικογένειας, κατόπιν στάθμισης, υπερτερούν σαφώς της απαγόρευσης διενέργειας αποσπάσεων προ της παρόδου διετίας από τον διορισμό του υπαλλήλου.
Επισημαίνεται, δε, ότι οποιαδήποτε αντίθετη ερμηνευτική εγκύκλιος, όπως για παράδειγμα η υπ’αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ.41/286/8804/14-04-2009 εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών, δεν δύναται να υποκαταστήσει την αληθή έννοια της διάταξης και την αληθή βούληση του νομοθέτη, παραγνωρίζοντας την επιταγή του άρθρου 21 του Συντάγματος.
Προς επίρρωση των ανωτέρω αξίζει να αναφερθεί το ακόλουθο παράδειγμα : Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9§3 του Νόμου 3174/2003, «κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, με απόφαση του οικείου οργάνου, επιτρέπεται η απόσπαση μόνιμων υπαλλήλων, καθώς και υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου Υπουργείων και άλλων δημοσίων υπηρεσιών κάθε μορφής, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού κατά το διάστημα της κύησης, της λοχείας και της γαλουχίας, σε υπηρεσίες άλλων Υπουργείων, δημοσίων υπηρεσιών κάθε
μορφής, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, μόνο στην περίπτωση που ο χώρος εργασίας είναι επικίνδυνος για την υγεία των προαναφερόμενων κατηγοριών υπαλλήλων και δεν είναι εφικτή η μετακίνηση τους εντός της ίδιας υπηρεσίας ή η ανάθεση διαφορετικών καθηκόντων σε αυτές. Η έδρα των υπηρεσιών, στις οποίες θα αποσπασθούν, δεν θα πρέπει να απέχει περισσότερο από δέκα (10) χιλιόμετρα από την έδρα του φορέα όπου ανήκουν οργανικά οι υπάλληλοι».
Αν στην παραπάνω περίπτωση υποθέσουμε, ότι η υπάλληλος που αιτείται απόσπαση για τους ανωτέρω λ όγους υγ είας (επικινδυνότητα του χώρου εργασίας για την περίοδο κύησης, λοχείας ή γαλουχίας) είναι ακόμη δόκιμος, θα της απαγορευτεί και πάλι η απόσπαση λόγω μη παρόδου της διετούς δοκιμαστικής περιόδου, τιθεμένης ούτως της υγείας της σε κίνδυνο;
Από το παραπάνω παράδειγμα καθίσταται ακόμη πιο σαφές, ότι στις περιπτώσεις όπου ο νομοθέτης επιτρέπει την κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων απόσπαση, η ρύθμισή του αυτή θα πρέπει οπωσδήποτε να υπερισχύει των γενικών διατάξεων. Σε διαφορετική περίπτωση καταλήγουμε σε δογματικά συμπεράσματα, που τελούν σε πλήρη ασυμφωνία με την αληθή νομοθετική βούληση.
Ενόψει των ανωτέρω παρατηρήσεων η ΕΝΕ θεωρεί, ότι βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, είναι εφικτή η απόσπαση ακόμη και δόκιμου υπαλλήλου κατ’εφαρμογή των ειδικών διατάξεων του άρθρου 21 του Νόμου 2946/2001.
Παρακαλούμε για τις δικές σας ενέργειες.
Για το Δ.Σ. της Ε.Ν.Ε
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτριος Σκουτέλης Αριστείδης Δάγλας