Όπως είναι ήδη γνωστό, με τις διατάξεις της υπ’αριθμ. οικ.2/16519/0022 Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚ Β΄465/24/02/2012) περί του καθορισμού του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α/27-10-2011), καθορίζεται το μηνιαίο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας για τους μόνιμους και δόκιμους πολιτικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου (ΙΔΑΧ – ΙΔΟΧ) του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. Α` και Β` βαθμού ανά κατηγορία ως εξής:
α) Κατηγορία Α` σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ.
Στην κατηγορία Α΄ περιλαμβάνονται οι κάτωθι ειδικότητες :
α) Το προσωπικό νοσηλευτικής υπηρεσίας, εργαστηρίων και καθαριότητας, οι απασχολούμενοι αποκλειστικά σε ακτινολογικούς θαλάμους και εμφανίσεις, οι οδηγοί και βοηθοί ασθενοφόρων – διασώστες και οι συντηρητές πειραματόζωων των Νοσοκομείων, των Μονάδων Κοινωνικής Φροντίδας της Χώρας, του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), των Κέντρων Υγείας, των Κέντρων Ψυχικής Υγείας, των Ν.Π.Δ.Δ. του Τομέα Πρόνοιας και των Αγροτικών Ιατρείων τα οποία υπάγονται στα Δημόσια Νοσοκομεία. Οι Θαλαμηπόλοι Ψυχιατρικών Νοσοκομείων και Κλινικών (…)».
Η καταβολή του ως άνω επιδόματος διατηρήθηκε με την θέση σε ισχύ των διατάξεων του άρθρου 18 του Νόμου 4354/2015.
Επιπλέον, με τις διατάξεις του άρθρου 98 του Νόμου 4483/2017, στους δικαιούχους του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, όπως αυτό είχε προβλεφθεί στο άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 4024/2011 (Α’ 226), εξακολούθησε να καταβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 4354/2015 (Α’ 176), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 54 του ν. 4384/2016 (Α’ 78) και εξειδικεύθηκε, κατά ποσό, ανά κατηγορία δικαιούχων και ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις καταβολής, με τις, κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων αυτών, εκδοθείσες και ισχύουσες αποφάσεις, προστίθενται οι μόνιμοι και δόκιμοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, αορίστου και ορισμένου χρόνου, των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού και των νομικών προσώπων αυτών, που υπάγονται στις ειδικότητες ή παρέχουν τις εργασίες που περιλαμβάνονται στις κατηγορίες της παραγράφου 2. Στην κατηγορία Α΄ συμπεριλαμβάνεται ρητώς το νοσηλευτικό προσωπικό.
Εκ τούτων έπεται, ότι ο νομοθέτης και η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση έχουν καθιερώσει και επεκτείνει την καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας σε όλους τους νοσηλευτές, οι οποίοι κατά την παροχή των υπηρεσιών τους αναγκαστικώς εκτίθενται σε χώρους απασχόλησης και σε συνθήκες ιογενείς και επικίνδυνες για την υγεία τους.
Παρά ταύτα, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων, εξαιρούνται της καταβολής του συγκεκριμένου επιδόματος οι νοσηλευτές που απασχολούνται με συμβάσεις αορίστου ή ορισμένου χρόνου στον ΟΚΑΝΑ. Σημειωτέον, ότι η σε βάρος της ως άνω κατηγορίας νοσηλευτών ευθεία παραβίαση της αρχής της ισότητας έχει διαγνωσθεί και δικαστικώς από την πλέον πρόσφατη υπ’αριθμ. 384/2019 Απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που επιδίκασε αναδρομικώς και νομιμοτόκως το ένδικο επίδομα σε νοσηλευτές με το σκεπτικό, ότι και αυτοί εργάζονται υπό ουσιωδώς όμοιες συνθήκες ανθυγιεινότητας και επικινδυνότητας με τους δικαιούχους του επιδόματος, χωρίς η διαφορετική μεταχείρισή τους να δικαιολογείται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημόσιου συμφέροντος, ώστε να αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ).
Κατά συνέπεια, εφόσον η αντισυνταγματικότητα της μη καταβολής του εν λόγω επιδόματος στους νοσηλευτές του ΟΚΑΝΑ έχει διαγνωσθεί, πλέον, και δικαστικώς, φρονούμε ότι οι συνθήκες έχουν πλέον ωριμάσει για την θεσμοθέτηση της καταβολής του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και στους νοσηλευτές που απασχολούνται με συμβάσεις εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου στον ΟΚΑΝΑ. Η συγκεκριμένη ρύθμιση δύναται να λάβει την μορφή νομοθετικής διάταξης – τροπολογίας.
Σημειώνεται, τέλος, ότι σε περίπτωση μη θεσμοθέτησης των ανωτέρω είναι παραπάνω από σαφές, ότι οι εργαζόμενοι θα προσφύγουν εκ νέου δικαστικώς, με αποτέλεσμα να υποχρεώνεται ο φορέας απασχόλησής τους να καταβάλει πέραν του ποσού του επιδόματος και τους νόμιμους τόκους. Αυτό οπωσδήποτε επιβαρύνει επιπλέον τον κρατικό προϋπολογισμό, οπότε θα πρέπει να δοθεί άμεσα μια λύση κατά τα ανωτέρω.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ν.Ε
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτριος Σκουτέλης Αριστείδης Δάγλας