Αναφορικά με το ζήτημα της αστικής ευθύνης ή της νομικής προστασίας των δημοσίων υπαλλήλων νοσηλευτών, επειδή πολλά και ομιχλώδη λαμβάνουν χώρα σε διάφορα νοσοκομεία της χώρας, πιθανώς για να διευρύνουν τα πελατολόγιά τους διάφορες νομικές εταιρείες ή πρόσωπα φιλικώς προσκείμενα σε αυτές, επισημαίνονται τα ακόλουθα.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα, «1. Ο υπάλληλος ευθύνεται έναντι του Δημοσίου για κάθε ζημιά την οποία προξένησε σε αυτό από δόλο ή βαρεία αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Ο υπάλληλος ευθύνεται επίσης για την αποζημίωση την οποία κατέβαλε το Δημόσιο σε τρίτους για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, εφόσον οφείλονται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια. Ο υπάλληλος δεν ευθύνεται έναντι των τρίτων για τις ανωτέρω πράξεις ή παραλείψεις του.
2. Σε περίπτωση δόλου του υπαλλήλου, αυτός παραπέμπεται υποχρεωτικώς στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Σε περίπτωση βαρείας αμέλειας, αν ο υπάλληλος παραπεμφθεί, το Ελεγκτικό Συνέδριο, εκτιμώντας τις ειδικές περιστάσεις, μπορεί να καταλογίσει σε αυτόν μέρος μόνο της ζημιάς που επήλθε στο Δημόσιο ή της αποζημίωσης που το τελευταίο υποχρεώθηκε να καταβάλει.
3. Αν περισσότεροι υπάλληλοι προξένησαν από κοινού ζημιά στο Δημόσιο, ευθύνονται εις ολόκληρον κατά τις διατάξεις του Αστικού Δικαίου.
4. Η αξίωση του Δημοσίου κατά υπαλλήλων του για αποζημίωση στις περιπτώσεις της παρ. 1 παραγράφεται σε πέντε (5) έτη. Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, η πενταετία αρχίζει αφότου το αρμόδιο όργανο για την υποβολή της αίτησης καταλογισμού έλαβε γνώση της ζημιάς και του λόγου αυτής, και στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου, αφότου το Δημόσιο κατέβαλε την αποζημίωση.
5. Η αστική ευθύνη των δημόσιων υπολόγων και των διατακτών διέπεται από τις ειδικές γι’ αυτούς διατάξεις.
6. Ειδικές διατάξεις για την προσωπική αστική ευθύνη των δημοσίων υπαλλήλων έναντι των τρίτων διατηρούνται σε ισχύ».
Με τις παραπάνω διατάξεις καθίσταται σαφές, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι ευθύνονται μόνον έναντι του κράτους και όχι απέναντι στους διοικούμενους. Η ρύθμιση, μάλιστα, αυτή έχει κριθεί, ότι δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της ισότητας, κατά το μέρος που έκαστος ζημιωθείς από πράξη ή παράλειψη δημοσίου υπαλλήλου δύναται να στραφεί κατά του κράτους για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη. Με βάση τα παραπάνω διαχρονικώς γίνεται δεκτό, ότι κατά το άρθρο 85 παρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδικα, που κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 611/1977 «ο δημόσιος υπάλληλος ευθύνεται έναντι του Δημοσίου δια πάσαν θετική ζημία την οποία προξένησε εις αυτό εκ δόλου ή βαριάς αμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ως επίσης και για τις αποζημιώσεις στις οποίες υποβλήθηκε έναντι τρίτων, ένεκα παρανόμων πράξεων ή παραλείψεων αυτού, γενομένων επίσης εκ δόλου ή βαριάς αμέλειας. Δεν ευθύνεται όμως ο υπάλληλος έναντι τρίτων για τας αυτάς πράξεις ή παραλείψεις αυτού». Από τη διάταξη αυτή, που ταυτίζεται εξ απόψεως περιεχομένου προς εκείνη του άρθρου 38 παρ. 1 του ν. 2683/1999 καθώς και την όμοια του άρθρου 38 παρ. 1 του κυρωθέντος με το ν. 3528/2007 νέου Κώδικα Καταστάσεως Δημοσίων Πολιτικών Υπάλληλων, προκύπτει ότι στην έννοια της ζημίας διαλαμβάνεται κατά τα άρθρα 299, 914, 928 και 932 ΑΚ η περιουσιακή ζημία και η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (βλέπε ενδεικτικώς ΑΠ 406/2017).
Πέραν, λοιπών, των ως άνω παρατηρήσεων, που θέτουν το γενικό πλαίσιο της αστικής ευθύνης των δημοσίων υπαλλήλων, θα πρέπει να παρατηρηθεί, ότι από καμία διάταξη εθνικής ή υπερεθνικής εμβέλειας δεν προκύπτει ούτε υποχρέωση ασφαλιστικής κάλυψης των δημοσίων υπαλλήλων για την αστική τους ευθύνη, ούτε υποχρέωση ασφάλισης νομικής προστασίας.
Το ως άνω πλαίσιο ασφάλισης παραμένει αμιγώς προαιρετικό, χωρίς η υπαγωγή ή μη υπαγωγή σε αυτό να δύναται να επηρεάσει καθ’οιονδήποτε τρόπο την υπηρεσιακή κατάσταση ενός δημοσίου υπαλλήλου.
Οι ανωτέρω επισημάνσεις λαμβάνουν χώρα, προκειμένου να παρέχεται ασφαλής και αντικειμενική ενημέρωση στο σώμα των νοσηλευτών, ώστε να μην δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις περί της δήθεν υποχρεωτικής ασφάλισης για αστική ευθύνη ή νομική προστασία, με αποτέλεσμα την ανώφελη οικονομική επιβάρυνση των νοσηλευτών.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ν.Ε
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτριος Σκουτέλης Αριστείδης Δάγλας