Σε συνέχεια του υπ’αριθμ.πρωτ. 18825/16527/24-08-2010 εγγράφου της Ενιαίας Νομικής Υπηρεσίας της Διοίκησης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου, η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΝΕ) εξέφρασε δια του υπ’αριθμ.πρωτ. 786/06-09-2010 εγγράφου τις θέσεις της, παραθέτοντας άρτια νομική επιχειρηματολογία, στηριζόμενη α) σε μια συνολική ερμηνεία των επίμαχων διατάξεων, β) στη γενική αρχή του δικαίου, διδασκόμενη ήδη στους πρωτοετείς φοιτητές της Νομικής, που καθιερώνει την προτεραιότητα του ειδικού κανόνα δικαίου έναντι του γενικού (lex specialis derogat legi generali = ο ειδικός νόμος υπερισχύει του γενικού) και γ) στην ιεράρχηση, εξ απόψεως τυπικής ισχύος, των κανόνων δικαίου.
Το επίμαχο ζήτημα αφορά την κρίση και επιλογή υπαλλήλων, αναλόγως του κλάδου εις τον οποίο ανήκουν, για την κατάληψη θέσεων ευθύνης στη Νοσηλευτική Υπηρεσία του Νοσοκομείου της Λέρου.
Σε συνέχεια της ως άνω παρέμβασης της ΕΝΕ, η Ενιαία Νομική Υπηρεσία της Διοίκησης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου επανήλθε επί του ζητήματος με το μνημειώδες, εξ απόψεως σαθρότητας ή άλλως παντελούς αβασιμότητας της εμπεριεχομένης νομικής επιχειρηματολογίας υπ’αριθμ.πρωτ. 21537/18884/23-09-2010 έγγραφο, το οποίο προσβάλλει και θίγει με τον πλέον προκλητικό τρόπο την αξιοπρέπεια και την επιστημοσύνη όλων όσων ανήκουν στον κλάδο των Νοσηλευτών (κατηγορίες ΤΕ και ΠΕ).
Ειδικότερα, στην παράγραφο 3 του ως άνω εγγράφου της Νομικής Υπηρεσίας αναφέρεται, ότι ο Οργανισμός ενός Νοσοκομείου, που αποτελεί Υπουργική Απόφαση, δύναται να υπερισχύει των νομοθετικών διατάξεων, όπως είναι και οι διατάξεις του άρθρου 103 του Νόμου 2071/1992, κατά πλήρη παρέκκλιση της πυραμιδικής μορφής της νομοθεσίας, της οποίας μάλιστα γίνεται ρητή επίκληση στην προηγούμενη παράγραφο 1 του ίδιου εγγράφου ! Η αντιφατικότητα των υποστηριζόμενων θέσεων, καθώς και η απόλυτη σύγχυση εις την οποία τελεί ο συντάκτης του επίμαχου εγγράφου είναι προφανής, αλλά και πρωτοφανής !
Περαιτέρω, στην παράγραφο 4 του εν λόγω εγγράφου ο συντάκτης του, λησμονώντας προσωρινά την ιδιότητα του νομικού – δικηγόρου, μετατρέπεται σε παραληρούντα πολιτικό αναλυτή – ερμηνευτή της βούλησης της πολιτικής ηγεσίας του έτους 1992, αναφέροντας τα εξής ακατανόητα, σκοτεινά, αδιευκρίνιστα και ευφάνταστα : «Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι οι Νόμοι ρυθμίζουν ανάγκες και προβλήματα του χρόνου και του τόπου που εκδόθηκαν και ο συγκεκριμένος Ν. 2071/1992 εξεδόθη για να ακυρώσει τη μεταρρύθμιση του ΕΣΥ σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο και από συγκεκριμένη Κυβέρνηση».
Είναι γεγονός, ότι οι ως άνω διατυπούμενες θέσεις δημιουργούν πλείστα ερωτηματικά για τους σκοπούς που εξυπηρετούν, ενώ σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποτελούν περιεχόμενο γνωμοδότησης νομικού επιστήμονα.
Σε κάθε περίπτωση και δοθείσης της δυσαρέσκειας του συντάκτη με το πλαίσιο του Νόμου 2071/1992, ο οποίος παραμένει σε ισχύ και ουδέποτε προσβλήθηκε ως αντισυνταγματικός (βλέπε παρατηρήσεις της παραγράφου 2 του επίμαχου εγγράφου), θα πρέπει να επισημανθεί, ότι ο νομοθέτης, άρα η Κυβέρνηση, του έτους 1985, ήτοι επτά (7) χρόνια πριν το 1992 (!), ήταν αυτός που σοφά πράττοντας καθιέρωσε τον επαγγελματικό τίτλο του Νοσηλευτή, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5§2 Α του Νόμου 1579/1985, διαχωρίζοντας, έτσι, πλήρως τους Νοσηλευτές ΤΕ και ΠΕ της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τους Βοηθούς Νοσηλευτών ΔΕ. Εν συνεχεία, δε, ήταν ο νομοθέτης ή άλλως η Κυβέρνηση του έτους 2000 που καθιέρωσε τον επαγγελματικό τίτλο του Βοηθού Νοσηλευτή, δυνάμει των διατάξεων του ΠΔ 210/2000. Οι διατάξεις αυτές παραμένουν, ωστόσο, άγνωστες στον συντάκτη του επίμαχου εγγράφου, ο οποίος εμμένει στην χρήση του επαγγελματικού τίτλου «ΔΕ Νοσηλευτής», ήτοι ενός τίτλου που δεν ανευρίσκεται πουθενά στην ελληνική έννομη τάξη.
Εντεύθεν η ΕΝΕ, δια των θέσεών της, δεν επιθυμεί τον παραμερισμό των Βοηθών Νοσηλευτών ΔΕ, ούτε περιφρονεί ή υποτιμά τον ρόλο και την προσφορά τους στα νοσοκομεία, όπως αναληθώς και κακοβούλως αναφέρεται, αλλά επιδιώκει τον σεβασμό του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, που διέπει την κατάληψη θέσεων ευθύνης στις νοσηλευτικές υπηρεσίες.
Η επίμαχη έκθεση ιδεών της Νομικής Υπηρεσίας ολοκληρώνεται με το απόλυτο παραλήρημα του συντάκτη, ο οποίος εν μέσω «καλουπατζήδων» και «ξεσκατίσματος» (λέξεις του κειμένου του) επιχειρεί, πάντα με μη νομικά επιχειρήματα, να αποδείξει ότι οι Βοηθοί Νοσηλευτών ΔΕ μπορούν και πρέπει να καταλαμβάνουν θέσεις ευθύνης στις νοσηλευτικές υπηρεσίες, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 103 του Νόμου 2071/1992. Αλλά όπως προαναφέρθηκε οι συγκεκριμένες διατάξεις δεν είναι αρεστές στον συντάκτη, διότι επιχείρησαν, κατά την άποψή του, να ακυρώσουν την μεταρρύθμιση του ΕΣΥ σε συγκεκριμένο τόπο (προφανώς εννοείται η Ελλάς) και χρόνο.
Ενόψει όλων των παραπάνω παρατηρήσεων η ΕΝΕ εκφράζει την έκπληξή της για το περιεχόμενο του συγκεκριμένου εγγράφου ενώ διερωτάται εύλογα, αν η λειτουργία της Β΄ Υγειονομικής Περιφέρειας και των εις αυτήν υπαγομένων φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας δύναται να στηρίζεται σε τέτοιου είδους δήθεν νομικές γνωμοδοτήσεις, δια των οποίων εκφράζονται οι εντελώς προσωπικές – πολιτικές και ουδόλως νομικές αντιλήψεις – απόψεις του γνωμοδοτούντος.
Και ναι μεν η αναζήτηση γνωμοδότησης από την Νομική Υπηρεσία της αρμόδιας Υγειονομικής Περιφέρειας είναι νόμιμη και επιβεβλημένη προς αντιμετώπιση αμιγώς νομικών ζητημάτων, η σύνταξη, ωστόσο, ή η λήψη υπόψη παρόμοιων γνωμοδοτήσεων παραβιάζει κατάφωρα την ηθική.