Με συμμετοχή της ΕΝΕ διεξήχθη εκδήλωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την έναρξη του προγράμματος «Ανάπτυξη και εφαρμογή ενός πλαισίου για ποιοτική φροντίδα (HEALTH-IQ)», κατόπιν προσκλήσεως του Γραφείου Ποιότητας Φροντίδας και Ασφάλειας Ασθενών του Π.Ο.Υ. Το πρόγραμμα έχει σκοπό την ανάπτυξη ενός πλαισίου για τη μέτρηση και την αξιολόγηση της ποιότητας της υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης και επικύρωσης ισχυρών δεικτών που αντικατοπτρίζουν τις προοπτικές και τις εμπειρίες των ασθενών σχετικά με τη φροντίδα που λαμβάνουν.
Το Health-IQ, έρχεται να καλύψει την αξιοσημείωτη απουσία αξιόπιστων προτύπων και συστημάτων ποιότητας στην υγειονομική περίθαλψη στην Ελλάδα, καθώς και την έλλειψη διαδικασιών και μετρήσεων απόδοσης που σχετίζονται με τη φροντίδα των ασθενών, τις ανάγκες υγείας και την παροχή υπηρεσιών. Αυτό το έλλειμμα, ιδίως όσον αφορά τα εργαλεία μέτρησης και αξιολόγησης της ποιότητας της υγειονομικής περίθαλψης και τις υπηρεσίες που παρέχονται από τους παρόχους υπηρεσιών υγείας, εμποδίζει την εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων βελτίωσης της υγείας και την ισότιμη πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας για όλους.
Η ΕΝΕ εκπροσωπήθηκε από τον κ. Λάμπρο Μπίζα ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε ότι, η ποιότητα της φροντίδας και η ασφάλεια των ασθενών εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τη νοσηλευτική φροντίδα αφού αυτή αποτελεί το 95% της φροντίδας που λαμβάνει ένας ασθενής στο νοσοκομείο. Η ικανοποίηση των νοσηλευτών και κατ’ επέκταση των ασθενών εξαρτάται κυρίως από παράγοντες όπως η ελλιπής στελέχωση, οι χαμηλοί μισθοί των νοσηλευτών, το κυλιόμενο ωράριο και ο φόρτος εργασίας, η μη αποτελεσματική διοίκηση και η μη αναγνώριση του έργου των νοσηλευτών. Σχετικά με τη στελέχωση, επισημάνθηκε πως τα νοσοκομεία λειτουργούν στα όρια της επικινδυνότητας, δεδομένου ότι σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα του ΟΟΣΑ στην Ελλάδα έχουμε 3,4 ανά 1000 κατοίκους σε νοσηλευτικό προσωπικό, ενώ αν μιλήσουμε για νοσηλευτές ο δείκτης πέφτει στο 1,7 ανά χίλιους κατοίκους με μέσο όρο στην Ευρώπη το 8,5! Ενώ, αν λάβει κανείς υπόψη τον επιθυμητό (όπως ανακοινώθηκε) στόχο του υπουργείου υγείας για 1,8 ή 2 νοσηλευτές ανά κλίνη, στο ΕΣΥ των 32.000 κλινών χρειαζόμαστε 64.000 νοσηλευτές ή με απλά λόγια 47.000 επιπλέον νοσηλευτές!
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μια τραγική και επικίνδυνη κατάσταση που οδηγεί τους νοσηλευτές σε φυγή από το νοσοκομείο, προτιμώντας την εργασία στο εξωτερικό, την απασχόληση ως σχολικοί νοσηλευτές, αφήνοντας τη μόνιμη θέση του νοσοκομείου, έστω και αν δεν πληρώνονται για τους δύο μήνες του καλοκαιριού ή, την προσπάθεια για μετάταξη και εργασία σε άλλο κλάδο (π.χ. διοικητικό), ή αλλότρια καθήκοντα εντός του νοσοκομείου. Επιπλέον, όσοι δεν επιζητούν τη διέξοδο από το νοσοκομείο, κατά 66% περίπου, επιλέγουν τη σιωπηρή παραίτηση που χαρακτηρίζεται από χαμηλή αποτελεσματικότητα στην εργασία, εκτέλεση του ελάχιστου των απαιτήσεων της εργασίας και αναμονή της λήξης του 8ωρου κινούμενοι στα όρια της επαγγελματικής εξουθένωσης.
Επίσης, έγινε αναφορά στο γεγονός ότι ο μεγάλος αριθμός νοσηλευτικών τμημάτων που λειτουργούν εκτός των προβλεπόμενων τμημάτων του οργανισμού εκάστοτε νοσοκομείου (για τα οποία οι νοσηλευτές δεν λαμβάνουν το επίδομα θέσης ευθύνης), αποτελεί ένα παράλληλο, αόρατο, ΕΣΥ που καταναλώνει συνεχώς πόρους η αδιαιρετότητα των οποίων έχει δραματικές επιπτώσεις στη στελέχωση των νοσοκομείων. Παράλληλα, και παρά τις αντίξοες συνθήκες, οι νοσηλευτές ανταποκρίνονται άμεσα σε όλα νέα δεδομένα του ΟΔΙΠΥ, γεγονός που δίνει ελπίδα για την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους ασθενείς.
Τέλος, ο κ. Μπίζας επισήμανε πως η καταγραφή μέσω του προγράμματος Health-IQ, θα καταστήσει τα ανωτέρω προβλήματα ορατά από την πολιτική ηγεσία με τρόπο που θα υποχρεώνει στο σχεδιασμό πολιτικών και τη λήψη κατάλληλων μέτρων και, πρότεινε ως επιτακτική ανάγκη τη χρήση ευέλικτων συστημάτων πρόσληψης νοσηλευτών στα νοσοκομεία, την πρόβλεψη για παραγωγή νέων νοσηλευτών, και την δημιουργία κινήτρων, κυρίως μισθολογικών και θεσμικών που θα φέρουν και θα κρατήσουν τους νοσηλευτές στο ΕΣΥ προκειμένου να συνεχίσουν απρόσκοπτα να προσφέρουν ποιοτική φροντίδα στους ασθενείς.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ν.Ε
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτριος Σκουτέλης Τζαννής Πολυκανδριώτης