Αναφορικά με την χορήγηση κανονικής άδειας μετά την λήψη αναρρωτικών αδειών, άδειας κύησης και λοχείας, καθώς και της ειδικής εννεάμηνης άδειας ανατροφής τέκνου επισημαίνονται τα ακόλουθα :
Σύμφωνα με την υπ’αριθμ.πρωτ. ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ.14346/29-05-2008 Εγκύκλιο της Διεύθυνσης Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού του Υπουργείου Εσωτερικών, εάν ο υπάλληλος επανέρχεται στην υπηρεσία μετά από πολύμηνη απουσία λόγω χρήσης άλλων αδειών εντός του ημερολογιακού έτους, τότε δικαιούται κανονικής αδείας για το έτος αυτό υπό την προϋπόθεση το υπολειπόμενο μέχρι την λήξη του ημερολογιακού έτους διάστημα να επιτρέπει την χορήγηση της άδειας, άλλως η άδεια περιορίζεται σε τόσες ημέρες όσες οι εργάσιμες ημέρες που μεσολαβούν από την επάνοδο του υπαλλήλου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του έτους αναφοράς.
Στην περίπτωση αυτή ο υπάλληλος θα πρέπει να υποβάλλει σχετική αίτηση χορήγησης της αδείας, η δε απόρριψη της εν λόγω αιτήσεως συνεπάγεται την μεταφορά των ημερών κανονικής αδείας στο επόμενο ημερολογιακό έτος.
Οι παραπάνω σκέψεις επαναλαμβάνονται και δια του πλέον πρόσφατου υπ’αριθμ.πρωτ. ΔΙΔΑΔ/Φ51/689/18982/18920/17-09-2010 εγγράφου της ιδίας ως άνω διεύθυνσης του Υπουργείου Εσωτερικών.
Όπως προκύπτει εκ των ανωτέρω εγκυκλίων, που ερμηνεύουν τις διατάξεις του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα περί της χορήγησης κανονικής αδείας, ο υπάλληλος που εργάστηκε για ένα χρονικό διάστημα εντός του ημερολογιακού έτους δικαιούται να λάβει κανονική άδεια, υποβάλλοντας σχετική προς τούτο αίτηση. Η ως άνω αίτηση δέον όπως υποβληθεί εντός του ημερολογιακού έτους, εκ του οποίου θεμελιώνεται το δικαίωμα λήψεως της εν λόγω άδειας, ενώ η ενδεχόμενη απόρριψη της αίτησης έχει ως συνέπεια την μεταφορά των αναλογούντων ημερών κανονικής άδειας στο επόμενο έτος.
Επισημαίνεται, ότι σε περίπτωση που ο υπάλληλος δεν εργαστεί καθόλου κατά την διάρκεια ενός έτους, τότε δεν θεμελιώνει δικαίωμα λήψεως κανονικής αδείας.
Αναφορικά με το ζήτημα του ακριβούς προσδιορισμού των αναλογούντων ημερών κανονικής αδείας εκάστου υπαλλήλου, αυτό εξαρτάται από το υπόλοιπο ημερών αδείας και, όπως προαναφέρθηκε, από το υπόλοιπο των ημερών του ημερολογιακού έτους.
Επαναλαμβάνεται, ότι οι ημέρες κανονικής άδειας που δεν χορηγούνται εντός του αναλογούντος έτους, εφόσον βέβαια έχει θεμελιωθεί δικαίωμα χορήγησής τους, ήτοι έχει παρασχεθεί εργασία, μεταφέρονται στο επόμενο, ανεξαρτήτως του εάν η εργασία παρασχέθηκε κατά την διάρκεια του πρώτου ή του δεύτερου εξαμήνου.