Η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος έχει επανειλημμένως τονίσει, ότι οι υπάλληλοι που πάσχουν από ασθένεια, η οποία επιδεινώνει τους όρους εκτέλεσης των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, θα πρέπει να τυγχάνουν ειδικής αντιμετώπισης από την υπηρεσία τους, στο πλαίσιο ορθής εφαρμογής της αρχής της κοινωνικής αλληλεγγύης και προστασίας της υγείας των εργαζομένων.
Σε κάθε περίπτωση υπενθυμίζεται, ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 165§1 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (Νόμος 3528/2007) «οι πρωτοβάθμιες υγειονομικές επιτροπές είναι αρμόδιες να γνωματεύουν, ύστερα από ερώτημα της υπηρεσίας: α) για τη χορήγηση αναρρωτικών αδειών, β) για την πιστοποίηση της υγείας των υποψηφίων για διορισμό, γ) για το χαρακτηρισμό νοσημάτων που χρήζουν νοσηλείας για τη χορήγηση άδειας έως είκοσι δύο (22) εργάσιμων ημερών το χρόνο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 50 παρ. 2 του παρόντος και δ) για κάθε άλλο θέμα υγείας του υπαλλήλου το οποίο έχει σχέση με τα υπηρεσιακά του καθήκοντα».
Ενόψει των ανωτέρω διατάξεων έκαστος υπάλληλος, που θεωρεί ότι η πάθησή του επιβάλλει την ειδική αντιμετώπισή του, θα πρέπει να προκαλεί την γνωμάτευση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής, η οποία αφενός θα διαπιστώνει το πρόβλημα και την εν γένει κατάσταση της υγείας του, αφετέρου θα προτείνει συγκεκριμένες λύσεις με σκοπό την μη εισέτι επιβάρυνσή της.
Οι λύσεις δύνανται να αφορούν τον χώρο απασχόλησης του υπαλλήλου, το αντικείμενο της ενασχόλησής του, το ωράριο παροχής υπηρεσιών ή καθετί άλλο που κρίνεται ως πρόσφορο μέτρο από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή.
Επισημαίνεται, τέλος, ότι η υγειονομική επιτροπή έχει γνωμοδοτικό ρόλο, ήτοι οι πράξεις της ή άλλως οι γνωματεύσεις της δεν δεσμεύουν την υπηρεσία στην οποία απευθύνονται ως προς τις προτεινόμενες λύσεις.