Ενόψει της από 25-06-2018 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Γ.Ν.Ν.Θ.Α. «Η ΣΩΤΗΡΙΑ» (17η Τακτική Συνεδρίαση, Θέμα 1ο), δυνάμει της οποίας εγκρίθηκε η ένταξη υπαλλήλου – νοσηλεύτριας της οικείας Νοσηλευτικής Υπηρεσίας στην Ομάδα Ειδικευμένων Γιατρών της Ψυχιατρικής Κλινικής με τον τίτλο του Επιστημονικού Συνεργάτη, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
Η συγκεκριμένη υπηρεσιακή μεταβολή είναι ομολογουμένως τουλάχιστον πρωτότυπη, ενώ ακόμη αναζητείται το ακριβές νομοθετικό και εν γένει κανονιστικό πλαίσιο, που προβλέπει την δυνατότητα διενέργειας μιας τέτοιας μεταβολής. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό, ότι στο σχετικό Απόσπασμα Πρακτικών της επίμαχης συνεδρίασης του ΔΣ ουδεμία διάταξη μνημονεύεται, που να αποτελεί το έρεισμα της τελικώς ληφθείσας απόφασης.
Ειδικότερα θα πρέπει να παρατηρηθεί, ότι τόσο το ουσιαστικό κομμάτι της απόφασης δεν φαίνεται να στηρίζεται σε συγκεκριμένη διάταξη, όσο και η αρμοδιότητα του ΔΣ του νοσοκομείου δεν προκύπτει ότι θεμελιώνεται σε αντίστοιχη εξουσιοδοτική ρύθμιση. Υπ’αυτήν την έννοια η απόφαση είναι οπωσδήποτε παράνομη και ακυρωτέα, ενώ προέρχεται και από καθ’ύλην αναρμόδιο όργανο.
Σε κάθε περίπτωση υπογραμμίζεται, ότι η συγκεκριμένη απόφαση του ΔΣ του νοσοκομείου αποτελεί εν τοις πράγμασι μια συγκαλυμμένη μορφή μετάταξης υπαλλήλου, ιδίως κατά το μέρος που μεταβάλλεται πλήρως ο κλάδος, στον οποίο αντιστοιχούν τα καθήκοντα που καλείται πλέον να εκτελεί η εν λόγω υπάλληλος. Ωστόσο, όπως είναι γνωστό, για την διενέργεια οιασδήποτε μορφής μετάταξης απαιτείται η προηγούμενη εκφορά γνώμης του αρμοδίου υπηρεσιακού συμβουλίου. Εν προκειμένω ουδέποτε υπήρξε εκφορά γνώμης από υπηρεσιακό συμβούλιο, ούτε, βέβαια, μνημονεύεται μια τέτοια γνώμη στο Απόσπασμα Πρακτικών. Κατά συνέπεια έχει παραβιαστεί και ουσιώδης διαδικαστικός τύπος, που καθιστά παράνομη και ακυρωτέα την επίμαχη απόφαση.
Πέραν των ως άνω ανυπέρβλητων και μη θεραπεύσιμων νομικών πλημμελειών της απόφασης, θα πρέπει να τονιστεί, ότι θεωρείται τουλάχιστον αδιανόητη και πάντως μη εξυπηρετούσα την εύρυθμη λειτουργία του νοσοκομείου η αποδυνάμωση της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας σε έμψυχο δυναμικό. Η επιλογή αυτή της διοίκησης του νοσοκομείου υποβαθμίζει τον ρόλο της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας, παραβλέπει τη νομοθετικά κατοχυρωμένη της ισοτιμία με την Ιατρική Υπηρεσία και βέβαια δεν διασφαλίζει την άμεση και αποτελεσματική παροχή υπηρεσιών υγείας και φροντίδας προς τους νοσηλευομένους ασθενείς από το αποδεκατισμένο νοσηλευτικό προσωπικό. Ενόψει τούτων το ΔΣ του νοσοκομείου όφειλε να μεριμνά για την αριθμητική ενίσχυση του νοσηλευτικού προσωπικού και όχι για την «εξέλιξη», όπως χαρακτηριστικώς αναφέρει η απόφαση, μιας συγκεκριμένης νοσηλεύτριας σε βάρος του δυναμικού της νοσηλευτικής υπηρεσίας.
Εξάλλου, για την όποια «εξέλιξη» της συγκεκριμένης νοσηλεύτριας υπάρχει και η νόμιμη οδός, που της δίδει την δυνατότητα να αξιοποιήσει οποιοδήποτε τυπικό προσόν της, ώστε να επιτύχει είτε την μετάταξή της, είτε την ένταξή της στον κλάδο των ιατρών του Ε.Σ.Υ. Δεν νοείται, όμως, η «εξέλιξη» αυτή να υλοποιείται κατά τρόπο παράδοξο και μη προβλεπόμενο νομοθετικώς από το ΔΣ του νοσοκομείου.
Συμπληρωματικά, αναφέρουμε ότι παρότι το Τμήμα έχει βάσει του οικείου οργανισμού τη δυνατότητα για τη νοσηλεία 20 ασθενών, αυτό το διάστημα νοσηλεύονται 30 ασθενείς, οι 20 από τους οποίους έχουν εισαχθεί με εισαγγελική παραγγελία κάτι που γι’ αυτούς που μπορούν να αντιληφθούν τους όρους, αποτελεί μέγιστη υποβάθμιση, τόσο για τους πολίτες που νοσηλεύονται σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη φάση της ζωής τους, όσο και για τους νοσηλευτές που εργάζονται κάτω από επιβλαβές και επικίνδυνες συνθήκες για την υγεία τους.
Με βάση τα παραπάνω, καλούμε τη διοίκηση του νοσοκομείου να συμμορφωθεί με τη νομιμότητα και να ακυρώσει άμεσα την μνημονευθείσα απόφαση του ΔΣ, επιστρέφοντας την νοσηλεύτρια στην υπηρεσία που ανήκει οργανικά.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ν.Ε
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτριος Σκουτέλης Αριστείδης Δάγλας