Η αναμέτρηση με την πανδημία ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία, όμως οι νοσηλευτές κράτησαν το υγειονομικό σύστημα όρθιο.
Ο Δημήτρης Σκουτέλης δεν είναι τυχαία η ψυχή των ηρωικών νοσηλευτών, η ενσάρκωση των υψηλών αξιών τους· είναι ένας άνθρωπος με μια ανυπόκριτη γλυκύτητα και ευγένεια, βελούδινος, αλλά και ευθύς, αποτελεσματικός, με μια δύναμη που πηγάζει θαρρείς από τη νίκη της ζωής σε εξαιρετικά δύσκολες μάχες. Αλλωστε, ο ίδιος ως νοσηλευτής και επικεφαλής όσων η προσφορά αποτυπώνεται καθημερινά στους θαλάμους των νοσοκομείων και τις ψυχές των ασθενών και των οικογενειών τους, φέρει ένα αόρατο φορτίο χιλιάδων πόνων.
«Η αναμέτρηση με την πανδημία ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Ομως, οι νοσηλευτές κράτησαν το υγειονομικό σύστημα όρθιο. Στην αρχή με μεγάλο φόβο, καθώς επρόκειτο για έναν καινούργιο εχθρό, δεν γνωρίζαμε πώς να χειριστούμε τον ασθενή, πηγαίναμε βήμα βήμα, με τρομερό άγχος μήπως μεταδώσουμε τον ιό στις οικογένειές μας. Συνάδελφοι πάθαιναν κρίσεις υστερίας. Ορισμένοι επικουρικοί νοσηλευτές παραιτήθηκαν. Τη λεγόμενη στολή του αστροναύτη, που είναι βαριά, ζυγίζει τέσσερα πέντε κιλά, πρέπει να τη φοράει ο νοσηλευτής αρκετές ώρες, μερικές φορές χρειάζεται να τη βάλει και να τη βγάλει δύο φορές, μια πολύ δύσκολη, απερίγραπτη κατάσταση», περιγράφει ο κ. Σκουτέλης, πρόεδρος της Ενωσης Νοσηλευτών Ελλάδας.
«Τώρα έχουμε την εμπειρία ως όπλο. Δεν υπάρχει φόβος στη φροντίδα των ασθενών, υπάρχει προηγούμενο. Ομως, παρά τις τιτάνιες προσπάθειες όλων των επαγγελματιών υγείας, με τη ραγδαία άνοδο των κρουσμάτων η πίεση είναι και πάλι αφόρητη. Καυτό παραμένει το πρόβλημα της τραγικής υποστελέχωσης, η οποία επιδεινώθηκε περαιτέρω με την αναστολή εργασίας – το 13% με 14% του συνολικού νοσηλευτικού προσωπικού (συμπεριλαμβανομένων βοηθών, τραυματιοφορέων κ.ά.) είναι σε αναστολή. Οπότε οι συνάδελφοι που έμειναν πίσω αναγκάζονται να μην παίρνουν όλα τα ρεπό, να αναστέλλουν τις κανονικές άδειες που τόσο πολύ έχουν ανάγκη και να εξαντλούνται ακόμη περισσότερο. Η καθημερινότητά μας είναι έτσι κι αλλιώς ανελέητη, δεν είμαστε δημόσιοι υπάλληλοι, δεν υπάρχει Σαββατοκύριακο, Χριστούγεννα και Πάσχα. Εχουμε κυκλικό ωράριο, ώσπου να συνέλθεις από τη νυχτερινή βάρδια αρχίζει η νέα νυχτερινή βάρδια. Επειτα, υπάρχουν σύζυγοι και μικρά παιδιά με τα δικά τους ωράρια, οικογένειες τινάζονται στον αέρα. Σε περιόδους κρίσης όπως η σημερινή, τα ζευγάρια νοσηλευτών δεν συναντιούνται ούτε στο σπίτι τους… Τα νοσοκομεία έχουν μετατραπεί σε τοξικό περιβάλλον εργασίας για τους νοσηλευτές. Ολη αυτή η πίεση, σε συνδυασμό με τον αυξημένο μέσο όρο ηλικίας τους (48 έτη), φέρνουν αυτοάνοσα και χρόνια νοσήματα, επαγγελματική εξουθένωση, ψυχολογικά προβλήματα. Και ως συνέπεια, μακροχρόνιες αναρρωτικές άδειες, αναπηρίες και επιπλέον μεγάλα κενά».
Αυτή τη στιγμή στο ΕΣΥ υπηρετούν περίπου 16.000 νοσηλευτές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και 15.000 βοηθοί νοσηλευτών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τραυματιοφορείς κ.ά. Τα διαχρονικά κενά υπολογίζονται στις 15.000. «Η πανδημία ανέδειξε όσα επαναλαμβάναμε εμφατικά χρόνια τώρα σε όλους τους υπουργούς Υγείας – τις τεράστιες διαχρονικές ανάγκες. Οι ολιγόμηνες συμβάσεις έχουν ξεκάθαρα ανασταλτικό χαρακτήρα, καθώς έρχονται να αναπληρώσουν όσους νοσηλευτές αποχωρούν με σύνταξη, όσους έχουν μακροχρόνιες αναρρωτικές ή λαμβάνουν άδειες ειδικού σκοπού, οπότε επί της ουσίας βοηθούν το ΕΣΥ να ισορροπήσει στο ήδη επισφαλές εργασιακό περιβάλλον. Επιπλέον, οι πρόσφατες γρήγορες εισαγωγές νοσηλευτών στις υπηρεσίες Υγείας δεν άφηναν περιθώρια εκπαίδευσης και προσαρμογής, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται κι άλλο οι εναπομείναντες νοσηλευτές, οι οποίοι έπρεπε να εκπαιδεύουν παράλληλα τους νέους, ιδιαίτερα εκείνους που απασχολούνται στις ΜΕΘ και τις κλινικές COVID-19. Πάντως, δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή νοσηλευτές προς πρόσληψη στη χώρα, καθώς όλοι απασχολούνται ως επικουρικοί. Περιμένουμε αυτούς που θα αποφοιτήσουν από τα πανεπιστήμια. Προγραμματίζεται μια προκήρυξη για 4.900 θέσεις, όμως τις θέσεις αυτές θα καταλάβουν όσοι εργάζονται ήδη με συμβάσεις. Δηλαδή δεν αυξάνεται το προσωπικό, απλά μονιμοποιείται», εξηγεί ο κ. Σκουτέλης.
«Αυτή τη στιγμή τα νοσοκομεία λειτουργούν με νοσηλευτές εξουθενωμένους, άρα με μεγάλη επισφάλεια. Βρίσκονται στο κόκκινο και το malpractice –τα ιατρικά λάθη– καραδοκεί. Γνωρίζαμε από την αρχή της επαγγελματικής μας σταδιοδρομίας ότι η καθημερινότητά μας είναι δίπλα στον ασθενή, όμως οι εργασιακές συνθήκες θα έπρεπε να ήταν ανθρώπινες, όχι αντιεπαγγελματικές και αντιεπιστημονικές».
Υπάρχει μια έστω στοιχειώδης υγιεινή και ασφάλεια στους χώρους εργασίας; «Οταν η αντιστοιχία νοσηλευτών/ασθενών είναι από τις χαμηλότερες σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν μπορούμε να μιλάμε για ασφαλές περιβάλλον. Οταν οι νοσηλευτές δουλεύουν κάτω από εξαντλητικά ωράρια, σε αντιστοιχίες ένας νοσηλευτής/ένας βοηθός νοσηλευτή προς 30 και 40 ασθενείς, δεν μιλάμε για ασφάλεια και υγιεινή στον χώρο εργασίας, αλλά για εμπόλεμη ζώνη. Παρά τις αντιξοότητες, όμως, συνεχίζουμε με ανιδιοτέλεια και άοκνα το έργο μας».
Ενα θέμα που τους καίει και τους ταλαιπωρεί είναι η μη ένταξή τους στα βαρέα και ανθυγιεινά. «Είναι δυνατόν οι νοσηλευτές να μην απολαμβάνουν του καθεστώτος των βαρέων και ανθυγιεινών; Λαμβάνουμε το επίδομα, όμως δεν έχουμε ενταχθεί στο καθεστώς, που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των ασφαλιστικών ετών κατά πέντε έτη. Στα 65 ή στα 67 ένας υπερκουρασμένος, υπερεξαντλημένος νοσηλευτής δεν θα μπορεί να κάνει ούτε μια ενδομυική ένεση, θα είναι επικίνδυνος για τους νοσηλευομένους. Οι συνάδελφοι που απασχολούνται στα ιδιωτικά νοσοκομεία έχουν ενταχθεί στο καθεστώς αυτό. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί δεν ισχύει το ίδιο και για τους εργαζομένους στα δημόσια νοσοκομεία».
«Οταν οι νοσηλευτές δουλεύουν κάτω από εξαντλητικά ωράρια, σε αντιστοιχίες ένας νοσηλευτής – ένας βοηθός νοσηλευτή προς 30 και 40 ασθενείς, δεν μιλάμε για ασφάλεια και υγιεινή στον χώρο εργασίας, αλλά για εμπόλεμη ζώνη», λέει ο κ. Σκουτέλης. Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ
Η καθημερινή επαφή με τον πόνο των ανθρώπων είναι συντριπτική
«Τη Νοσηλευτική τη δήλωσα στο μηχανογραφικό για να πάρω αναβολή από τον στρατό. Πήγα και γράφτηκα στη σχολή απλώς για να δω πώς είναι», λέει ο κ. Σκουτέλης. Ομως τα μαθήματα τον κέρδισαν αμέσως και με την πάροδο του χρόνου άρχισε να εισδύει όλο και βαθύτερα μέσα στην ουσία του λειτουργήματος. Τελείωσε τη σχολή, ολοκλήρωσε δύο μεταπτυχιακά, εμβάθυνε περαιτέρω τις γνώσεις του, διεύρυνε έως τα άκρα την ανθρωπιστική διάσταση του επαγγέλματος, από μια ισχυρή εσωτερική ορμή για προσφορά, που με τα χρόνια εντεινόταν και δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. «Είναι μια δουλειά που σε γεμίζει με πλήθος συναισθημάτων, με θέρμη και αγωνία για τους πάσχοντες, με ικανοποίηση για όσα τους προσφέρεις, αλλά και με οδύνη. Είναι πολύ σκληρό, σπαρακτικό να βλέπεις νέους ανθρώπους να φεύγουν από τη ζωή και πολύ δύσκολο, εξοντωτικό συναισθηματικά να διαχειρίζεσαι τους τραγικούς συγγενείς… Αυτή η συνεχής καθημερινή επαφή με τον πόνο των ανθρώπων, που στην αρχή τον κουβαλούσα στο σπίτι μου, ακόμη το κάνω, είναι συντριπτική».
Νοσηλεύτρια είναι και η σύζυγός του. «Υπήρχε αλληλοκατανόηση στο σπίτι», και με τη βοήθεια των παππούδων στο μεγάλωμα των δύο αγοριών τους (ο ένας είναι στο τρίτο έτος του πανεπιστημίου, ο άλλος στη Γ΄ Λυκείου) «νομίζω ότι τα καταφέραμε».
Εργάζεται στη ΜΕΘ του Ευγενιδείου και ως πρόεδρος της ΕΝΕ –εκλέγεται συνεχώς από το 2005 στην κεφαλή της Ενωσης με ποσοστά που αγγίζουν το 99%– βρίσκεται σε διαρκή προσωπική επαφή με τους συναδέλφους του και ασχολείται αδιάλειπτα με τις υποθέσεις τους. «Γνωρίζω τα προβλήματά τους, τις οικογενειακές δυσκολίες τους, τους λόγους που ζητούν να μετατεθούν, έχω μέσα στο κεφάλι μου τον φάκελο του καθενός». Και η ΕΝΕ έχει περί τις 30.000 ενεργά μέλη.
Στόχος του, η διαρκής επιμόρφωση και η συνεχιζόμενη εκπαίδευση των νοσηλευτών, «ώστε να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις πολύπλοκες ανάγκες του ΕΣΥ. Το πρόβλημα είναι ότι οι πολιτικές υγείας διαχρονικά μας κρατούν εκτός κέντρων λήψης αποφάσεων. Πάντως, το σύνολο των νοσηλευτών της χώρας κατέχουν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών και μεγάλο ποσοστό εξ αυτών είναι κάτοχοι διδακτορικών διατριβών». Για παράδειγμα, η υπηρεσία στις ΜΕΘ απαιτεί, «πέραν της βασικής προπτυχιακής εκπαίδευσης των νοσηλευτών στα πανεπιστημιακά τμήματα Νοσηλευτικής, μεταπτυχιακή εξειδίκευση και ειδικότητα Επείγουσας Νοσηλευτικής».
Οπως βεβαιώνει ο κ. Σκουτέλης, «σήμερα οι νοσηλευτές είναι στις πρώτες θέσεις της αναβάθμισης των επιστημονικών τους γνώσεων ανάμεσα σε όλα τα επαγγέλματα. Παρά τις αντιξοότητες που αντιμετωπίζουν, συνεχίζουν ακατάπαυστα να επιμορφώνονται. Είναι πλήρως ενημερωμένοι γύρω από τις τρέχουσες εξελίξεις και συμμετέχουν δυναμικά σε εκπαιδευτικά προγράμματα σε συνεργασία με επιστημονικούς φορείς».
Οι παθογένειες
«Εκτελούμε ένα πλήθος πράξεων στα νοσοκομεία που δεν είναι καταγεγραμμένες πουθενά. Μια προσπάθεια να θεσμοθετηθεί καθηκοντολόγιο σκόνταψε στις αντιρρήσεις των γιατρών, που θεωρούσαν ότι ορισμένες από αυτές τις πράξεις δεν θα έπρεπε να εκτελούνται από τον νοσηλευτή. Το καθηκοντολόγιο θα μας κατοχύρωνε σε περίπτωση αμέλειας ή λάθους». Ακόμη, οι νοσηλευτές δεν διαθέτουν μια διακριτή επαγγελματική ταυτότητα, «δεν έχουμε ενταχθεί σε έναν κλάδο ώστε να ορίζουμε τα του οίκου μας», κυρίως λόγω της πίεσης των βοηθών νοσηλευτών να περιληφθούν στον ίδιο κλάδο μολονότι δεν είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. «Οι παθογένειες του ΕΣΥ και οι λανθασμένες πολιτικές υγείας πέρασαν στην κοινωνία μια στρεβλή επαγγελματική ταυτότητα των νοσηλευτών, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια κατευθυνόμενη απαξίωση των σπουδών μας, η οποία σε συνδυασμό με την υποστελέχωση συντέλεσε ώστε ο καθένας να αυτοαποκαλείται νοσηλευτής χωρίς να έχει το σχετικό υπόβαθρο».
Πηγή: kathimerini.gr