Ενόψει προσφάτων προσφορών δικηγορικών γραφείων, που κοινοποιήθηκαν στο νοσηλευτικό προσωπικό, και σχετίζονται με δικαστική διεκδίκηση χρηματικής αποζημίωσης ένεκα μη ικανοποιητικής και μη συνάδουσας με τις προβλέψεις της υπ’αριθμ. 149/1977 Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας αμοιβής, επισημαίνονται τα ακόλουθα.
Η έγερση αγωγής με την προαναφερθείσα νομική και πραγματική βάση είναι εξαιρετικά αμφίβολης επιτυχίας, ιδίως ενόψει της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έκρινε ως συνταγματικές τις νομοθετικές προβλέψεις περί της περικοπής των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων.
Σημειωτέον, ότι οι επίμαχες προσφορές διαφαίνεται ότι αφορούν μόνον τους νοσηλευτές – δημοσίους υπαλλήλους, υπονοώντας ότι οι νοσηλευτές του ιδιωτικού τομέα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της επίμαχης Διεθνούς Σύμβασης.
Επιπλέον, η επικαλούμενη Διεθνής Σύμβαση, περιγράφοντας ένα γενικό κατευθυντήριο πλαίσιο, προφανώς και δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη αμοιβή, που θα έπρεπε να καταβάλλεται στους νοσηλευτές. Ο προσδιορισμός, κατά συνέπεια, της διεκδικούμενης «συγκριτικά υψηλότερης» αμοιβής πιθανολογείται ότι θα αξιολογηθεί από την Ελληνική Δικαιοσύνη ως αυθαίρετος, οδηγώντας σε απόρριψη της σχετικής αγωγής προεχόντως ως αόριστης, αλλά και νόμω αβάσιμης.
Συμπερασματικά, όλοι οι νοσηλευτές θα πρέπει να είναι εξαιρετικά επιφυλακτικοί απέναντι σε παρόμοιες προσφορές δικηγορικών γραφείων, διερευνώντας την βασιμότητά τους και αναζητώντας τις πλέον πρόσφορες νομικά και δικονομικά λύσεις για την αποτελεσματική διεκδίκηση των πάσης φύσεως συμφερόντων τους.