Ο καρκίνος της μήτρας είναι ο δεύτερος πιο συχνός καρκίνος στις γυναίκες παγκοσμίως και, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΠΟΥ, καταγράφονται 50.000 νέες περιπτώσεις και 250.000 θάνατοι κάθε χρόνο. Περισσότερες από 225.000 γυναίκες στην Ευρώπη ζουν με καρκίνο του τραχήλου (έχοντας θεραπευθεί ή όχι). Το 80% περίπου των περιστατικών παρουσιάζονται σε χώρες με χαμηλό εισόδημα, ενώ σε κάποια κράτη στην ανατολική Ευρώπη εμφανίζονται ποσοστά 2-5 φορές υψηλότερα σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό. Η ECCA (European Cervical Cancer Association) επισημαίνει ότι οι διαφορές αυτές οφείλονται κατά ένα μεγάλο μέρος στην απουσία προγραμμάτων πρόληψης.
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας συνδέεται σε ποσοστό 99% με λοίμωξη από τον ιό HPV (Human Papilloma Virus). Στις ομάδες υψηλού κινδύνου περιλαμβάνονται γυναίκες με πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους, παρατεταμένη λήψη αντισυλληπτικών, ενεργητική ή παθητική έκθεση σε καπνό και παχυσαρκία. Οι διεθνείς μελέτες δείχνουν ότι το ΠΑΠ τεστ διαγιγνώσκει πρώιμα τις προκακρινικές βλάβες στο 90-95% των περιπτώσεων, γι’ αυτό και συνιστάται συχνός έλεγχος. Στα πλαίσια των προσπαθειών πρόληψης παγκοσμίως, εισήχθη στις περισσότερες χώρες το εμβόλιο κατά του HPV.
Ο καρκίνος του ενδομητρίου εμφανίζεται συνήθως μετά την εμμηνόπαυση, ενώ το ΠΑΠ τεστ δεν βοηθάει στην πρώιμη διάγνωση, λόγω χαμηλής ευαισθησίας. Οι κυριότεροι παράγοντες που οφείλονται στην ανάπτυξή του είναι η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, η κληρονομικότητα, το ιστορικό καρκίνου εντέρου και η υπέρταση. Οι γυναίκες υψηλού κινδύνου πρέπει να υποβάλλονται περιοδικά σε διακολπικό υπερηχογράφημα ή λήψη επιχρισμάτων από το ενδομήτριο υπό αναισθησία κατά την γυναικολογική εξέταση.
Ο στόχος της ευρωπαϊκής εβδομάδας είναι η ενημέρωση των γυναικών σχετικά με τους δύο αυτούς τύπου καρκίνου της μήτρας, τους παράγοντες που μπορούν να τους προκαλέσουν και τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης. Η εφαρμογή προληπτικών προγραμμάτων, μαζί με αποτελεσματικά προγράμματα εκπαίδευσης του κοινού σε θέματα υγείας, θα μείωνε τη συχνότητα εμφάνισης της νόσου και θα συνέβαλε στην εξομοίωση της φροντίδας υγείας για όλους τους κατοίκους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παπαγεωργίου Γεωργία,
Νοσηλεύτρια, MSc©, Γ. Ν. Κορίνθου