Η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΝΕ-ΝΠΔΔ), ενόψει του ρόλου της ως επαγγελματικού συλλόγου 28.000 και πλέον νοσηλευτών, επιθυμεί δια του παρόντος να θέσει ορισμένα ζητήματα που δεν χωρούν αναβολής, εν σχέσει με την ερμηνευτική προσέγγιση και την ορθή εφαρμογή συγκεκριμένων διατάξεων, ενόψει του θεσμού της διαθεσιμότητας.
1. Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν αφορούν αποκλειστικώς την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 90 του Νόμου 4172/2013 περί της μοριοδότησης των υπαλλήλων που πρόκειται να τεθούν σε διαθεσιμότητα.
Αρχικώς, λοιπόν, θα πρέπει να επισημανθεί, ότι μεταξύ των βαθμολογουμένων κριτηρίων αναφέρεται και ο δεύτερος τίτλος σπουδών, μόνον, όμως, εφόσον είναι της ίδιας κατηγορίας με το βασικό τίτλο σπουδών. Εν προκειμένω, ως βασικός τίτλος σπουδών προφανώς εννοείται ο τίτλος σπουδών δυνάμει του οποίου διενεργήθηκε ο διορισμός του υπαλλήλου.
Επί του ζητήματος τούτου φρονούμε, ότι ο δεύτερος τίτλος σπουδών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να βαθμολογείται – μοριοδοτείται εφόσον είναι τουλάχιστον της ίδιας κατηγορίας με το βασικό τίτλο σπουδών. Με άλλα λόγια θεωρούμε αδιανόητο ένας υπάλληλος με βασικό τίτλο σπουδών της κατηγορίας ΔΕ να μην μοριοδοτηθεί για έναν δεύτερο τίτλο σπουδών κατηγορίας, για παράδειγμα, ΠΕ, που απέκτησε κατά την διάρκεια της υπαλληλικής του σταδιοδρομίας, επιδεικνύοντας την απαιτούμενη φιλομάθεια. Η εν λόγω φιλομάθεια, ως συστατικό στοιχείο της αρχής της αξιοκρατίας, θα πρέπει να επιβραβεύεται από την δημόσια διοίκηση, αν η τελευταία επιθυμεί πραγματικά να στελεχώνεται από άξιους και ικανούς υπαλλήλους, που επενδύουν στη συνεχιζόμενη εκπαίδευσή τους.
Επιπροσθέτως αναφέρουμε, ότι σε σχετικές οδηγίες συμπλήρωσης του εντύπου Δ.ΠΕ – ΤΕ. 1, που απευθύνονται στις διευθύνσεις διοικητικού / προσωπικού, παρέχεται η εξής διευκρίνιση εν σχέσει πάντα με την βαθμολόγηση του δεύτερου τίτλου σπουδών : «Για τους υπαλλήλους Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) ως δεύτερος τίτλος σπουδών λογίζεται μόνο τίτλος ΑΕΙ, ενώ για τους υπαλλήλους Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) μόνο τίτλος ΤΕΙ».
Εν προκειμένω θα πρέπει να επισημανθεί, ότι μετά την θέση σε ισχύ των διατάξεων του Νόμου 4009/2011, η ανώτατη εκπαίδευση αποτελείται από δύο παράλληλους τομείς: α) τον πανεπιστημιακό τομέα, που περιλαμβάνει τα Πανεπιστήμια, τα Πολυτεχνεία και την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, τα οποία στο εξής αναφέρονται ως «Πανεπιστήμια» και β) τον τεχνολογικό τομέα, που περιλαμβάνει τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.) και την Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.), τα οποία στο εξής αναφέρονται ως «Τ.Ε.Ι.».
Εκ των ανωτέρω προκύπτει, ότι τα πτυχία που απονέμονται από τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ θεωρούνται, πλέον, ότι ανήκουν στην ίδια εκπαιδευτική βαθμίδα, ως εκδιδόμενα άπαντα από φορείς παροχής ανώτατης εκπαίδευσης. Υπ’αυτήν την έννοια για έναν υπάλληλο ΤΕ δύναται κάλλιστα να λογίζεται ως δεύτερος τίτλος σπουδών ένα πτυχίο ΑΕΙ. Κατά συνέπεια και κατά το μέρος τούτο οι προαναφερθείσες οδηγίες συμπλήρωσης του εντύπου Δ.ΠΕ – ΤΕ. 1 χρήζουν διόρθωσης.
2. Περαιτέρω, όσον αφορά την μοριοδότηση του διδακτορικού διπλώματος ή του μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, απαιτείται συνάφεια με το αντικείμενο του φορέα απασχόλησης. Ως γνωστόν η αναγνώριση της συνάφειας ή μη των ως άνω τίτλων σπουδών ενεργείται από το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο.
Σε πολλές, ωστόσο, περιπτώσεις και σε πολλούς φορείς απασχόλησης του δημοσίου δεν υπάρχουν εδώ και μήνες ή ακόμη εδώ και χρόνια συγκροτημένα υπηρεσιακά συμβούλια, που θα μπορούσαν να αποφανθούν αρμοδίως περί της συνάφειας των τίτλων σπουδών που απέκτησαν οι υπάλληλοι κατά το πρόσφατο παρελθόν.
Αυτό έχει ως συνέπεια αρκετοί υπάλληλοι, κάτοχοι μεταπτυχιακών ή διδακτορικών διπλωμάτων, να στερούνται μορίων στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 90 του Νόμου 4172/2013 λόγω μη ύπαρξης συγκροτημένου υπηρεσιακού συμβούλιου. Με άλλα λόγια μια συγκεκριμένη παράλειψη της διοίκησης και δη η μη λήψη πρόνοιας για την έγκαιρη συγκρότηση των υπηρεσιακών συμβουλίων προκαλεί μια δυσμενή συνέπεια σε βάρος των διοικουμένων, ήτοι των δημοσίων υπαλλήλων, οι τίτλοι σπουδών των οποίων δεν μπόρεσαν να αξιολογηθούν ως προς το συναφές τους με το αντικείμενο της υπηρεσίας.
Προς μερική άρση της παραπάνω αδικίας προτείνεται ή άλλως θεωρείται επιβεβλημένη η μοριοδότηση και των μη εισέτι κριθέντων ως συναφών τίτλων σπουδών, κατ’αναλογία όσων ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 85 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα. Στις εν λόγω διατάξεις προβλέπεται ρητώς η μοριοδότηση των διδακτορικών διπλωμάτων και των μεταπτυχιακών τίτλων, είτε είναι συναφείς, είτε όχι, με μια διαφοροποίηση μεταξύ των αποδιδομένων μορίων.
3. Επιπλέον, μεταξύ των κριτηρίων που τίθενται προς μοριοδότηση για την επιλογή των υπαλλήλων που θα υπαχθούν σε καθεστώς διαθεσιμότητας είναι και η υπηρεσιακή αξιολόγηση, ήτοι η βαθμολογία των εκθέσεων αξιολόγησης και δη ο μέσος όρος των τελευταίων οκτώ (8) ετών.
Αναλύοντας το εν λόγω κριτήριο η υπ’αριθμ. ΔΙΠΙΔΔ/Β.2/Δ/10/οικ. 22738/19-08-2013 εγκύκλιος της Γενικής Διεύθυνσης Κατάστασης Προσωπικού του ΥΔΜΗΔ ορίζει τα εξής : «Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 13 του ισχύοντος συστήματος αξιολόγησης, όπως αυτό οριοθετείται από το Π.Δ. 318/1992 (ΦΕΚ Β΄ 161/25-09-1992), όλες οι εκθέσεις που διαλαμβάνουν ειδική αιτιολογία 9 ή 10 κατά τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 8 εισάγονται υποχρεωτικά στην κατά το άρθρο 54 παρ. 4 του ν. 1943/1991 Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης προκειμένου η επιτροπή αυτή να κρίνει εάν η παρατιθέμενη αιτιολογία θεμελιώνεται σε πραγματικά στοιχεία ή γεγονότα. Ως εκ τούτου, οι εκθέσεις αξιολόγησης οι οποίες διαλαμβάνουν ειδική αιτιολογία για βαθμολογία 9 ή 10 και δεν έχουν εισαχθεί στην Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη και να μοριοδοτηθούν».
Και στην περίπτωση αυτή οι υπάλληλοι που έλαβαν κατά την υπηρεσιακή τους αξιολόγηση τους βαθμούς 9 και 10 στερούνται των μορίων που τους αναλογούν όχι όμως από δική τους υπαιτιότητα αλλά από παράλειψη της διοίκησης, αφού αφενός η συγκρότηση της Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης, αφετέρου η υποχρεωτική εισαγωγή των συγκεκριμένων εκθέσεων αξιολόγησης στην Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης προφανώς και δεν αποτελούν υπηρεσιακό καθήκον, αρμοδιότητα ή υποχρέωση των ίδιων των αξιολογουμένων υπαλλήλων, αλλά υποχρέωση των οικείων προϊσταμένων τους.
Κατά συνέπεια, η μη λήψη υπόψη των εν λόγω εκθέσεων αξιολόγησης προσβάλλει βάναυσα την αρχή της ισότητας και της αξιοκρατίας, δημιουργώντας ένα εντελώς αβάσιμο τεκμήριο περί της μη ορθότητάς των. Επιπλέον, υπάλληλοι με βαθμό 8 ευρίσκονται να προηγούνται, εξ απόψεως μορίων στο κριτήριο της υπηρεσιακής αξιολόγησης, έναντι υπαλλήλων με βαθμό 9 και 10 !
Τα παραπάνω αποτελούν στρεβλή θεώρηση της αρχής της αξιοκρατίας και παραβιάζουν ευθέως τον επικαλούμενο αντικειμενικό χαρακτήρα του συστήματος μοριοδότησης των προς διαθεσιμότητα αγομένων υπαλλήλων.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ν.Ε.
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτρης Σκουτέλης Αριστείδης Δάγλας