Ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων για την χορήγηση τίτλου ειδικού νοσηλευτή, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 του Νόμου 1579/1985, πραγματοποιείται από τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. Α4/203/1988 Απόφασης του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ Β΄ 106/1988).
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διατάξεις του άρθρου 6§1 της παραπάνω Υπουργικής Απόφασης, «οι ειδικευόμενοι νοσηλευτές και καθ’ όλο το διάστημα της ειδικότητας τελούν σε διατεταγμένη υπηρεσία. Δικαιούνται των τακτικών των αποδοχών αλλά δεν δικαιούνται έξοδα μετάθεσης μετακίνησης, απόσπασης κ.λ.π. δαπάνες για ημεραργίες κ.λπ. Μετά το τέλος της ειδικότητας επανέρχονται στον φορέα προέλευσης».
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 5§1 εδάφιο δ΄ της ως άνω Υπουργικής Απόφασης, για την παρακολούθηση προγράμματος νοσηλευτικής ειδικότητας απαιτείται «υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερόμενου ότι δέχεται να υπηρετήσει για τρία (3) τουλάχιστον χρόνια στον φορέα απ’ τον οποίο προέρχεται».
Ενόψει των ανωτέρω διατάξεων χωρούν οι ακόλουθες σκέψεις : Αρχικώς θα πρέπει να επισημανθεί, ότι ο νοσηλευτής που παρακολουθεί πρόγραμμα νοσηλευτικής ειδικότητας τελεί σε διατεταγμένη υπηρεσία, ήτοι εις ένα καθεστώς εντελώς διαφορετικό από αυτό της εκπαιδευτικής άδειας. Η παρατήρηση αυτή λαμβάνει χώρα, προκειμένου να καταστεί σαφές, ότι οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ των δύο υπηρεσιακών καταστάσεων (νοσηλευτική ειδικότητα και εκπαιδευτική άδεια) ή ανάλογη εφαρμογή διατάξεων είναι ατελέσφορη.
Επιπλέον προκύπτει, ότι ο νοσηλευτής που τελικώς επιλέγεται για την παρακολούθηση νοσηλευτικής ειδικότητας δεσμεύεται έναντι της υπηρεσίας του, καθώς υποχρεούται να επιστρέψει στον φορέα προέλευσής του, αλλά και να παραμείνει εις αυτόν για χρονική περίοδο τριών ετών.
Εν προκειμένω θα πρέπει να τονιστεί, ότι οι ανωτέρω διατάξεις κάνουν λόγο περί παραμονής όχι απλά στο δημόσιο, αλλά στον συγκεκριμένο φορέα απασχόλησης του νοσηλευτή, που του χορήγησε την άδεια για την παρακολούθηση του προγράμματος νοσηλευτικής ειδικότητας.