Η πρόσφατη “αναταραχή” για τον (ανα)προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής της νοσηλευτικής επιστήμης και συνεπώς της επαγγελματικής δραστηριότητας των νοσηλευτών, ανέσυρε στην επιφάνεια της πολιτικοδιοικητικής πρακτικής δύο μείζονα θέματα: (α) την έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ των επιστημόνων και των επαγγελματιών υγείας και την άγνοια του νέου καταμερισμού της εργασίας στην εποχή της βιομηχανικής οργάνωσης της ιατρικής περίθαλψης στις αναπτυγμένες χώρες, και (β) τη δογματική προσήλωση του συλλογικού ιατρικού μονοπωλίου σε παρελθόντα πρότυπα οργάνωσης της ιατρικής περίθαλψης, τα οποία εξασφαλίζουν την “ταξική” και οικονομική ηγεμονία του ιατρικού σώματος και διαιωνίζουν τον ιατρικό πατερναλισμό το σύστημα υγείας.
Στο πρόσφατο – σχετικό με το θέμα – επεισόδιο, οι παλινωδίες της πολιτικής και διοικητικής μηχανής και η αφωνία της ιατρικής επιστημονικής elite επιβαρύνουν το πρόβλημα και ενισχύουν επί τα χείρω τις αρχικές ενστάσεις. Στο πλαίσιο αυτό, ένα δειλό και άτολμο βήμα μπροστά κατέληξε στην ανάδειξη του γεγονότος ότι ο υγειονομικός τομέας, βρίσκεται αιώνες πίσω. Η διαπίστωση αυτή έχει μείζονα σημασία, δεδομένου ότι η οργάνωση και η διαχείριση της βιομηχανίας της ιατρικής περίθαλψης ως σύστημα έντασης εργασίας και διαχείρισης, απαιτεί -πλην των ανθρώπινων και τεχνολογικών πόρων- κατάλληλη κουλτούρα πολιτικής και διαχείρισης, στον πυρήνα της οποίας ευρίσκεται ο καταμερισμός της εργασίας μεταξύ των γιατρών, νοσηλευτών, τεχνολόγων και διοικητικών στελεχών, δια του οποίου διασφαλίζεται η αποδοτική χρήση των πόρων, οι επιλογές των χρηστών και η κοινωνική ισότητα στην πρόσβαση υπηρεσιών υγείας. Υπό την έννοια αυτή, στο νέο και αναγκαίο καταμερισμό της εργασίας, η προτεραιότητα οφείλει να εστιάζεται στους νοσηλευτές σε όρους νοσηλευτικής δημογραφίας, υψηλής εκπαίδευσης και ανάληψης ευθύνης στη φροντίδα υγείας και τη διεύθυνση των υγειονομικών υπηρεσιών.
Είναι προφανές ότι – πλην της εσωτερικής μεταξύ των επιστημόνων υγείας διευθέτησης του ζητήματος – η διεύρυνση των επιλογών για την έκφραση των προτιμήσεων των πολιτών, των χρηστών και των ασθενών σε περιοχές, όπως η διαχείριση των χρονίων νοσημάτων, η αντιμετώπιση του μικρού κινδύνου, η συνεχής και ολοκληρωμένη φροντίδα συνηγορούν για τη μετάθεση του κέντρου βάρους σε μια πλέον σύνθετη διεπιστημονική προσέγγιση στον πυρήνα της οποίας το ειδικό βάρος των νοσηλευτών και άλλων επαγγελματιών υγείας αυξάνεται στο πλαίσιο του νέου καταμερισμού της εργασίας.
Το κρίσιμο πρόβλημα του υγειονομικού τομέα συνίσταται σε όρους πολιτικής και κουλτούρας στη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων, στο πλαίσιο των οποίων η νοσηλευτική αποτελεί υψηλή προτεραιότητα, πράγμα το οποίο προκύπτει από την ποσοτική ανάλυση της δημογραφίας των επαγγελματιών υγείας, αλλά και από την ανάγκη ευχερούς πρόσβασης σε όρους ποιότητας στη φροντίδα υγείας.
Υπό το πρίσμα αυτό, η ατελέσφορη προσπάθεια να επιτευχθεί ένα βήμα μπροστά σε ένα ουσιώδες ζήτημα, όπως το θέμα της διακεκριμένης θέσης της νοσηλευτικής στον καταμερισμό της εργασίας στον υγειονομικό τομέα, καταδεικνύει την επιτακτική αναγκαιότητα βελτίωσης μεθόδων παρέμβασης και μεγέθυνσης του επιστημονικού και διανοητικού αποθέματος της πολιτικής υγείας.
Του Γιάννη Κυριόπουλου